Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Ζεστή Πανσέληνος (αποσπάσματα)

Άψογη κατάδυση

Τσιγάρο πρώτο

Τώρα θα ζήσεις μονάχος
σ’ αυτό το χέρσο δωμάτιο,
χωρίς κουρτίνες,
χωρίς μπαλόνια φουσκωμένα με ανάσα ή με ήλιον,
χωρίς ινδάλματα κρεμασμένα απ’ την οροφή.
Σ’ αυτό το δωμάτιο
με φτερουγίσματα απολιθωμένων πουλιών
κι ερωτικές περιπτύξεις φαντάσματα,
με την τεράστια σκιά του καρφιού
που παλινδρομεί σπασμωδικά στο μέτωπό σου,
στάζοντας άχρωμο αίμα σε κάθε του έξοδο.
Κερνώντας στον εαυτό σου παγωμένη αδράνεια,
κατεψυγμένα χρώματα, κομμάτια
σκόνης που χούφτα χούφτα συσσώρευες.
Πλάι στο παράθυρο η διάτρητη νύχτα,
το τρίξιμο του ξεραμένου φεγγαριού στη συστολή του,
το μολυσμένο δέντρο της αυλής
με τα σφαγμένα δάχτυλα στα κλαδιά του.
Απόκοσμος φόβος θα συγκλονίζει τα μάτια σου.

Τσιγάρο δεύτερο

Τώρα θα ζήσεις εδώ,
κοιτάζοντας γύρω γύρω τη λάμπα,
τα περιττώματα των εντόμων στο γυαλί,
πάνω στο σώμα σου τα περιττώματα
της νοσταλγίας.
Στον καθρέφτη κοιτάζοντας
τη σφιγμένη σου μάσκα να χάσκει
στο γεμάτο μαύρο κενό·
αναπαράσταση απέραντου κόσμου
που με ρυθμούς αλυσίδες σε καταδίωκε.
Θ’ ακούς την καρδιά σου να πάλλεται
στις τεντωμένες σου φλέβες,
καθώς κουβέντες εκρήξεις
θα σπρώχνονται μέσα σου,
θα πιέζουν ν’ ανοίξουν το στήθος σου,
να ξεχυθούν, στα κρανία να τελειώσουν
των πεθαμένων.
Όχι, κανείς δεν θα’ ναι απέναντί σου.
Μονάχα το σάβανο φως θα λύνει το βλέμμα σου
ή θα τυλίγει προσεχτικά το μυαλό σου
στο καλό του κοστούμι.

Τσιγάρο τρίτο

Τώρα εδώ θα περιμένεις τους διώκτες σου.
Παραδομένος,
άφωνος στον λαιμό θα καρφώνεις τα νύχια σου,
άφωνος όπως πάντα.
Θυμάσαι εκείνα τα είδωλα βράδια
που τσάκιζες τη γλώσσα σου στα δόντια
μη σου ξεφύγει ο μεθυσμένος άγγελος
που παραμόνευε στο στόμα σου γυμνός;
Ομίχλη μες στην ομίχλη, κενό μες στο κενό·
χωρίς οινόπνευμα, χωρίς τσιγάρο,
χωρίς τα νέγρικα μπλουζ που σε φαρμάκωναν·
με τον βολβό να φωσφορίζει πλάι στην πόρτα,
με την αλλόκοτη κραυγή του φεγγαριού
στο καινούριο του γέμισμα.

Τσιγάρο τέταρτο

Τώρα εδώ θα ηλεκτρίζεις τα νεύρα σου·
ρημαγμένες εικόνες τρελών,
σκαμμένα μάγουλα θα διώχνουν τον νου σου.
Θα εγκαταλείπεσαι σε σταθμούς δίχως σήμερα,
αραχνιασμένα βαγόνια,
κλειδούχους αγάλματα,
μαζεύοντας κάθε τόσο στα δίχτυα σου
το σύντριμμα των γιορτών,
λάσπη μέσα στη λάσπη τη μνήμη σου.
Θα κλαις το γέλιο που ποτέ σου δεν γέλασες
στο κροτάλισμα των χτικιασμένων χεριών σου·
θ’ αγγίζεις το αίμα,
μαζεύοντας γύρω σου σημαδεμένους τοίχους,
σκίζοντας με τα χείλη σου την ίδια πάντοτε φράση:
Μόνον η νύχτα ξέρει γιατί δεν αντέξαμε.



Ζεστή Πανσέληνος

Να τη φοβάστε την πανσέληνο.
Να μαζεύεστε στα σπίτια σας νωρίς
και ν’ασφαλίζετε καλά την εξώπορτα.
Να προσεύχεστε
και να κοιμάστε με το βαφτιστικό σας σταυρουδάκι
κρεμασμένο στο στήθος.
Γιατί έξω
κάθε πανσέληνο
κυκλοφορούν οι ποιητές
ίδιοι λυκάνθρωποι.
Κατασπαράζοντας τα ήθη
των αθώων,
διψώντας για το αίμα
των ανύποπτων,
καλώντας με ουρλιαχτά
το Αρχαίο Νερό
που θα’ρθει κάποτε και θα σας κατακλύσει.
Να φοβάστε την πανσέληνο.
Στις γωνιές παραμονεύουν
τα επικίνδυνα όνειρα.


Η νύχτα της Φορβάλης

Τη γυναίκα την έλεγαν Φορβάλη
και ήταν όντως περίτεχνη.
Αγαπούσε παράφορα
τη σημασία των λέξεων
και τα μικρά εκείνα χωνάκια
που επιμένουν να πάλλονται
στις παρυφές των αμμολόφων.
Η διαρκής υγρασία της θάλασσας
κάτω απ’ τα πέλματά της,
καθώς και η διαφάνεια των μύθων της
της επέτρεπαν να κινείται νοσταλγικά
στα θεωρεία και στους διαδρόμους
των πάλαι ποτέ ενδόξων θεάτρων.
Κανένα παρόν δεν έκαιγε στα στήθη της,
κανένας θεσμός δεν διαπερνούσε
το φάσμα των δακρυγόνων.
Ταξίδευε ανελλιπώς κάθε πρωί
στις γειτονιές των φτωχών
και θαύμαζε τα ασπρόρουχα
που στέγνωναν στους εξώστες.
Το μεσημέρι
επέστρεφε για να λουστεί
στο αίμα των υπερχίλιων εραστών
που σφάζονταν μπρος στην εξώπορτά της.
Και το βραδάκι,
ακολουθώντας τους χάρτες της,
έφτανε στις σκηνές των στρατηγών,
παίρνοντας πάλι τη θέση της
στη σκακιέρα.



Μπλουζ

Είναι η θλίψη της νύχτας,
η ερημιά
των κατάφωτων δρόμων,
καθώς βαδίζεις ανώδυνος
με το τσιγάρο στα χείλη,
με τις γροθιές σφιγμένες στις τσέπες,
μια και δεν έχεις πού να τις τινάξεις
ή μάλλον έχεις, μα δεν τολμάς.
Σχισμένα βλέμματα
έρπουν στο σώμα σου,
κουρελιασμένες αισθήσεις
σε ανιχνεύουν.
Αγωνιάς να ξεφύγεις
ακίνητος,
φυλλομετρώντας ξανά και ξανά
τα γερασμένα σου παραμύθια.
Γίνεσαι ο λύκος
στο κρεβάτι της γιαγιάς,
ο δράκος που καταβροχθίζει
τα κορίτσια του.
Αγκάθι γίνεσαι στην καρδιά
της πεντάμορφης,
ο κακομούτσουνος παλιάτσος
στην αυλή του βασιλιά.
Είναι εκείνο το τραγούδι,
απέραντη περιπλάνηση μπλουζ μοναξιάς,
με την πνιγμένη φωνή
της μεγάλης Μάμα,
με τη γλώσσα
ξασπρισμένη στα δόντια,
νυν και αεί προσευχή των ανώνυμων·
οι βελονιές του σαξοφώνου
στις χαλαρές ραφές του εγκεφάλου,
τα καράβια
που σε ταξίδεψαν σε τοπία δυσβάσταχτα,
που θα ταξιδέψουν
ακόμα.


περισσότερα: http://www.stzafiriou.gr/?p=48

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Σκοπός μας είναι η δημιουργία μιας Ανθολογίας Ποιημάτων από το σύνολο των Ελλήνων Ποιητών- Ποιητριών αλλά και ορισμένων ξένων, καθώς επίσης και κειμένων που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον μας. Πιθανόν ορισμένοι ποιητές και ποιήτριες να μην έχουν συμπεριληφθεί. Αυτό δεν αποτελεί εσκεμμένη ενέργεια του διαχειριστή του Ιστολογίου αλλά είναι τυχαίο γεγονός. Όσοι δημιουργοί επιθυμούν, μπορούν να αποστέλλουν τα ποιήματά τους

στο e-mail : dimitriosgogas2991964@yahoo.com προκειμένου να αναρτηθούν στο Ιστολόγιο.

Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σεβόμαστε πλήρως τα πνευματικά δικαιώματα του κάθε δημιουργού, ποιητή και ποιήτριας και επισημαίνουμε πως όποιος δεν επιθυμεί την ανάρτηση των ποιημάτων του ή κειμένων στο παρόν Ιστολόγιο, μπορεί να μας αποστείλει σχετικό μήνυμα και τα γραπτά θα διαγραφούν.

Τέλος υπογράφουμε ρητά ότι το παρόν Ιστολόγιο δεν είναι κερδοσκοπικό και πως δεν η ανάρτηση οποιουδήποτε κειμένου, ποιήματος κτλ γίνεται με μοναδικό στόχο την προβολή της ποίησης και την γνωριμία όλων όσων ασχολούνται με αυτή, με το ευρύτερο κοινό του διαδικτύου.