Σε κάθε σιωπηλή πτυχή των ημερών μου
ελλόχευε ένα ποίημα∙
όχι απ' αυτά που γράφουν στο χαρτί
αλλά από 'κείνα πούναι διάχυτα στον άνεμο
ή που κυλούν με το αίμα μας στις φλέβες
και πούναι αυτό καθ' εαυτό το αίμα πιθανόν
μεθυσμένο από το χρώμα, το ρυθμό και την ιδέα
μας ακολασίας μουσικής.
Η κάθε νύχτα μού μιλούσε μ' ένα ποίημα
πούσπρωχνε και φούσκωνε τα τζάμια
σαν ιστία πλοίου επειγόμενου να φύγη
κι η κάμαρά μου τότε ναυαγούσε σε κυκλώνες
πυρετού και φαντασίας εξημμένης
απ' το χρώμα, το ρυθμό και την ιδέα
μια ακολασίας μουσικής.
Στα μπρούτζινα κορμιά των μονομάχων
στα διψασμένα μάτια των φρουρών
ελλόχευε παντού, με τόσο λυσσαλέα επιμονή
αυτό το διψασμένο κι αδηφάγο ποίημα
ώστε μ' άναψε και μ' έκαψε και μ' έκανε
ολόκληρη και μένα ένα ποίημα που αναπτύχθηκε
και τέλειωσε στο χρώμα, το ρυθμό και την ιδέα
μιας ακολασίας μουσικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου