Χτυπούσε στη χούφτα
τα χαλίκια της ανησυχίας
όπως τα δελτία ειδήσεων
τα γεγονότα και τις ερμηνείες τους
αράδιαζε στον καρπό
τα στάχια της καρτερίας
όπως ο φυλακισμένος
τις μέρες στον τοίχο του κελιού του
χαράκωσε τη σάρκα του
με το κοφτερό ερώτημα της ευθύνης
και βγήκε
άφηνε τις σταγόνες πίσω του
σημάδια για την αμφίβολη επιστροφή
η σιωπή είναι μια χειροβομβίδα ξεχασμένη στο ντουλάπι με τα γυαλικά και τις ενοχές
οι δρόμοι θειαφισμένοι
με το παραμιλητό της απόγνωσης
τα σπίτια ραντισμένα με το τρέμουλο των αβεβαιοτήτων
κι οι άνθρωποι σκιές και της απόγνωσης και των αβεβαιοτήτων
δεν βάδιζαν
μόνο κάρφωναν πρώτα το ‘να πόδι και μετά το άλλο
μήπως και κατάφερναν να βγουν στη δημοσιά μιας
στρίγκλας παρηγοριάς
-νυχτώνει
-ημέρα είναι η παράγραφος που αφηγείται το θάνατό της και τον αφανισμό μου
γι αυτό κρύβομαι στις εγκοπές της αιώνες τώρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου